27.3.13

FOOTBALL STORIES: Οι πολιτικοποιημένοι ήρωες (μέρος 2ο)

           Στο   προηγούμενο μέρος είδαμε παίκτες που ταυτίστηκαν με τις απόψεις του συλλόγου τους, αλλά και παίκτες που θέλησαν να κάνουν τη διαφορά, ανεξαρτήτου ομάδος. Έδειξαν πως ένας ποδοσφαιριστής μπορεί να έχει πολιτική κρίση. Μερικοί προτίμησαν να ''θάψουν'' τα πολιτικά τους πιστεύω. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις που κάποιοι ποδοσφαιριστές όχι μόνο αποτέλεσαν ''φωνή λαού'', αλλά έφτασαν μέχρι να φορέσουν κουστούμι πολιτικού, άλλες φορές με επιτυχία κι άλλες με αμφίβολα αποτελέσματα.





 Εκφράζοντας ένα ολόκληρο έθνος


       Ακόμα πιο αξιοπρόσεχτες είναι οι περιπτώσεις ποδοσφαιριστών, οι οποίοι γνωρίζοντας την απήχηση που έχουν κι αξιοποιώντας το βήμα που τους δόθηκε, προσπάθησαν να βοηθήσουν της πολύπαθες πατρίδες τους. Εξέφρασαν δημόσια τα προβλήματα που κλόνιζαν την χώρα προέλευσης τους ενώ πολλές φορές ήρθαν σε ρήξη με τις αντίστοιχες πολιτικές ηγεσίες. Εξέφραζαν έναν ολόκληρο λαό, και έδειχναν ιδιαίτερο ζήλο για την πατρίδα τους, υποδεικνύοντας χαρακτήρα εθνισμού ενώ πολλές φορές και εθνικισμού.


         Πρώτος και καλύτερος ο ....πολύς Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα. Ο άνθρωπος που ταυτίστηκε μαζί του όλη η Αργεντινή. Από μικρός φάνηκε ότι είχε ηθικές αξίες. Για αυτό κι όταν οι φανατικοί οπαδοί της Μπόκα εισέβαλαν στο ξενοδοχείο που διέμενε η ομάδα την περίοδο που δεν είχε καλό αγωνιστικό πρόσωπο, αποφάσισαν να μην  αγγίξουν μόνο αυτό. Είχαν διακρίνει στον μικρό έναν ηγέτη. Η ιστορία του γνωστή και δε χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση.Το 1986 έκανε τα πάντα και σημείωσε 2 από τα πιο γνωστά γκολ της ιστορίας, στην επικράτηση έναντι της Αγγλίας για τα προημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ο λόγος ήταν, πως μεταξύ των δυο λαών υπήρχε έχθρα εξαιτίας του πολέμου των Φόκλαντς κι ο Μαραντόνα, όπως δήλωσε μετά το ματς ήθελε να δώσει ένα μάθημα στους Άγγλους. Και παράλληλα να δώσει δύναμη στους Αργεντίνους. Το ίδιο έκανε και με τους κατοίκους του φτωχού ιταλικού νότου και συγκεκριμένα της Νάπολι, μια πόλη που βγήκε από την αφάνεια χάρη στο ποδόσφαιρο και τον Ντιέγκο. Όταν ολοκληρώσει την καριέρα του, θα συνεχίσει ακόμα πιο έντονα τον αγώνα κατά του συστήματος, βλέποντας πως ο λόγος του έχει 'βάρος'. Θα ταυτιστεί και θα αλληλεπιδράσει με τους πιο γνωστούς αριστερούς ηγέτες όπως ο Φιντέλ Κάστρο κι ο Ούγκο Τσάβες .
   

         Ακόμα πιο άμεση ήταν η δραστηριότητα του Κροάτη Ζβόνιμιρ Μπόμπαν. Αποτελεί το 10άρι κι αρχηγό της χρυσής Κροατίας που κατέκτησε την 3η θέση στο Μουντιάλ του '98. Έκανε καριέρα με τη Μίλαν για πάνω από 10 χρόνια, κατακτώντας πολλούς τίτλους με αποκορύφωμα το Champions League του 1994 συντρίβοντας την Μπαρτσελόνα με 4-0. Στη Μίλαν μεταγράφηκε από την Ντιναμό Ζάγκρεμπ. Εκεί είναι που έκανε αίσθηση λόγω μιας ενέργειάς του. Ήταν 13 Μαΐου του 1990, όταν η Ντιναμό του Μπόμπαν καλούνταν να παίξει στο γνωστό ντέρμπι μίσους της τότε Γιουγκοσλαβίας, μεταξύ Ντ.Ζάγκρεμπ και Ερυθρού Αστέρα. Κάποια στιγμή κι ενώ Κροάτες φίλαθλοι είχαν εισβάλει στον αγωνιστικό χώρο, ένας από αυτούς χτυπιόταν από Γιουγκοσλάβο αστυνομικό. Ο Μπόμπαν βλέποντας τον συμπατριώτη του να πονά, χωρίς δεύτερη σκέψη επιτέθηκε χτυπώντας με κλοτσιές τον αστυνομικό. Αυτό ήταν. Το ίνδαλμα της κροατικής ανεξαρτησίας είχε βρεθεί. Ο Μπόμπαν ήταν από τους πρώτους αθλητές που πέρασε από τα λόγια στην ύπαρξη. Στην πράξη του οι συμπατριώτες του θα δουν την αντίσταση κατά των Σέρβων, που έκαναν ό,τι ήθελαν  στη Γιουγκοσλαβία, μετά τον θάνατο του ηγέτη της χώρας Τίτο Μάρσαλ. Σιγά-σιγά καλλιεργήθηκε η ιδέα της επανάστασης από τους οπαδούς κι όχι μόνο, καθώς είναι γνωστό πως μεγάλο μέρος του κροατικού στρατού προερχόταν από τον φανατικό σύνδεσμο της Ντιναμό, τους Bad Blue Boys. Ο Μπόμπαν θα συνεχίσει να στηρίζει την ιδέα της Κροατίας αγωνιζόμενος στη Μίλαν από το 1991. Μετά το πέρας της ποδοσφαιρικής καριέρας του θα ολοκληρώσει τις σπουδές του στην Ιστορία. Άλλο ένα δείγμα ατόμου που υπήρξε ταυτόχρονα ποδοσφαιριστής και σκεπτικιστής.

           Αντίστοιχο αντίκτυπο, αλλά με λιγότερα αποτελέσματα λόγω της μικρής ανάπτυξης των Μ.Μ.Ε την εποχή του, είχαν τα λεγόμενα του''καλπάζοντα συνταγματάρχη'', του Φέρεντς Πούσκας. Το καιρό εκείνο, όπως στις περισσότερες σοβιετικές χώρες, στην Ουγγαρία επικρατούσε κομμουνιστικό καθεστώς. Ένα καθεστώς, που παρά τα ανθρωπιστικά ιδεώδη που πρέσβευε, αρκετές φορές ξεπερνούσε τα όρια κάνοντας κατάχρηση εξουσίας. Ο Πούσκας, όπως κι οι περισσότεροι συμπαίκτες του στην εθνική, είχαν αναπτύξει τις ικανότητές του στον στρατό. Εκεί συνάντησε κι άλλους ανοιχτόμυαλους ανθρώπους, με τους οποίους συζητούσε το ενδεχόμενο της απαλλαγής του καθεστώτος. Η ομάδα του στρατού, η Χόνβεντ, είχε μαζέψει όλα τα αστέρια της εποχής, ανάμεσά τους και τον Πούσκας. Στα πρόθυρα λοιπόν της διαφήμισης της χώρας, τόσο η Χόνβεντ όσο κι η εθνική Ουγγαρίας, επιδίδονταν σε ευρωπαϊκές περιοδείες. Τα αποτελέσματά τους εντυπωσιακά κι ο χαρακτηρισμός 'Χρυσή Ομάδα', δεν άργησε να εμφανιστεί. Σε έναν από τους αγώνες αυτούς, στην Ισπανία, ο δικτάτορας Φράνκο, απαγόρεψε τη διεξαγωγή αγώνα με ''κομμουνιστική ομάδα''. Ο Πούσκας τότε προέβη σε κάτι πρωτοφανές. Δήλωσε πως αυτός κι η ομάδα του δεν αναγνωρίζουν το καθεστώς στη χώρα του. Πρώτη φορά ένας ποδοσφαιριστής εξέφραζε πολιτική άποψη ανοιχτά.Παράλληλα δεν άργησε να δείξει συμπαράσταση στην ''Ούγγρικη Επανάσταση'' που ξεκίνησε το 1956.  Ο Πούσκας εκδιώχθηκε, για 2 χρόνια θα αναζητά ευρωπαϊκή ομάδα για να αγωνιστεί, ενώ παράλληλα η οικογένειά του θα είναι ανήμπορη να βγει από τη χώρα. Είναι γεγονός πως ο κομμουνισμός καθυστέρησε τη μεταγραφή του Πούσκας, στερώντας τον από το ευρωπαϊκό κοινό.Για το λόγο αυτό ντύθηκε στα ΄λευκά' της Ρεάλ σε ηλικία 31 ετών. Ο ουγγρικός λαός ταυτίστηκε με τα λεγόμενα του Πούσκας και βρήκε το κουράγιο να εναντιωθεί στους ηγέτες του.



 Το αφρικανικό παράδειγμα κι ο ρατσισμός

         Μπορεί η Αφρική να χαρακτηρίζεται ως 3ος κόσμος, αλλά μέσα από τις πολύπαθες χώρες της έχουν ξεπροβάλει πνευματώδης άτομα, ακόμα και στο ποδόσφαιρο. Στα περισσότερα κράτη της Ηπείρου, μέχρι και σήμερα υπάρχουν εμφύλιοι πόλεμοι που καταστρέφουν τις χώρες.  Μετά την ανάπτυξη του ποδοσφαίρου στην Αφρική, αρκετοί αθλητές της που έκαναν καριέρα στην Ευρώπη, βρήκαν εκεί το πρόσφορο έδαφος για να εκφραστούν για την κατάσταση στη χώρα.


           
          Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι ο καλύτερος Αφρικανός ποδοσφαιριστής, ο Ντιντιέ Ντρογκμπά. Τον γνωρίσαμε όλοι το 2004, όταν οδήγησε τη Μαρσέιγ στον τελικό του Κυπέλλου Ουέφα. Αυτός όμως, από πιο πριν είχε αναλάβει τον ρόλο του ειρηνοποιού για τη χώρα του , την Ακτή Ελεφαντοστού. Φημολογείται πως το 2002, ήταν από τους άμεσους διαμεσολαβητές που φρόντισαν να σταματήσουν οι εχθροπραξίες στη χώρα του. Δεν μπορούσε να βλέπει άλλους  συμπατριώτες του να αλληλοσκοτώνονται. Κι όταν διάσημος πλέον το 2006, θα σκοράρει για να στείλει τη χώρα του για πρώτη φορά σε Μουντιάλ, αυτός θα γονατίσει στην κάμερα, παρακαλώντας τους συμπατριώτες του να συμφιλιωθούν. Για αυτόν είναι σημαντική μια διάκριση της ιβοριανής εθνικής. Θεωρεί πως θα συσπειρώσει τον κόσμο. Παρόλα αυτά και παρά το ποιοτικό της ρόστερ τα τελευταία 10 χρόνια, η Ακτή Ελεφαντοστού δεν έχει καμία σοβαρή διάκριση, τείνοντας να γίνει η...Ολλανδία της Αφρικής. Ο Ντρογκμπά δεν έχει σταματήσει ποτέ το έργο του και σίγουρα, όπως τόνισε ο συμπαίκτης του σε Τσέλσι κι εθνική, Σάλομον Καλού, θα κάνει το βήμα παραπάνω και θα γίνει πολιτικός.


             Αυτό το βήμα παραπάνω το έχει κάνει ο Ζορζ Γουεά. Ο Λιβεριανός αποτελεί τον αντίζηλο του Ντρογκμπά για τον τίτλο του κορυφαίου Αφρικανού, όλων των εποχών. Είναι άλλωστε ο μόνος Αφρικανός κι ο πρώτος μη Ευρωπαίος που κατακτά τη Χρυσή Μπάλα (υπήρχαν κι άλλες περιπτώσεις παικτών, οι οποίοι όμως είχαν πολλαπλή εθνικότητα και χαρακτηρίστηκαν Ευρωπαίοι). Αγωνίστηκε με επιτυχία στη Γαλλία, την Αγγλία και τη Μίλαν. Παράλληλα, η κατάσταση στη χώρα του δεν τον άφηνε ασυγκίνητο. Πέρα από τον ρόλο του πρεσβευτή της UNICEF κι άλλων ΜΚΟ, είχε και δικιά του δραστηριότητα. Συνέστησε κοινωφελή ιδρύματα, ενώ έκανε μεγάλη προσπάθεια να φέρει χαρά στα παιδιά της πατρίδας του, μέσω του ποδοσφαίρου, δημιουργώντας ακαδημίες. Και ταυτόχρονα φρόντιζε για την εκπαίδευση των παιδιών, την οποία παρείχε έμμεσα με τι ακαδημίες του, αφού αντι χρηματικής συνδρομής για την ομάδα ζητούσε παρουσίες στο σχολείο. Με το που θα τερματίσει την καριέρα του, θα ασχοληθεί με την πολιτική θέλοντας να αλλάξει ριζικά τον τόπο του. Το 2005 θα χάσει τις Προεδρικές Εκλογές στον 2ο γύρο από την Έλεν Σιρλεάφ. Το 2011, θα επιστρέψει με δευτερεύοντα ρόλο για να ξαναηττηθεί με συντριπτικό ποσοστό αυτή τη φορά.

       Στην Αφρική είναι επίσης σύνηθες το φαινόμενο της εκμετάλλευσης από τους αποίκους. Η χώρα φυσικά με τις περισσότερες αποικίες είναι η Γαλλία. Είναι γνωστό πως οι περισσότεροι από τους ποδοσφαιριστές που απαρτίζουν την εθνική  Γαλλίας, είναι αφρικανικής προελεύσεως. Αυτό ήταν εμφανές και στην εθνική που κατέκτησε το Μουντιάλ του 1998. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο Λιλιάν Τουράμ. Ένας ποδοσφαιριστής που δεν αξιοποίησε τον ρόλο του ποδοσφαιριστή μόνο για το χρηματικό αλλά και το πνευματικό κέρδος. Είναι ένας από τους πρωτεργάτες του αντι-αποικιακού κινήματος. Έχοντας λάβει την ύψιστη γαλλική τιμή για τα 2 γκολ στα ημιτελικά με την Κροατία, το μετάλλιο της ''λεγεώνας της Τιμής'', θα αναγνωρίσει τη σημασία του ρόλου του. Δε θα φοβηθεί να ασκήσει κριτική στην πολιτική ηγεσία, όπως το 2005 στον Νικολά Σαρκοζί. Ασχολήθηκε γενικότερα με τα ανθρώπινα και μη δικαιώματα. Γνωστοί είναι οι αγώνες του υπέρ των γάμων των ομοφυλόφιλων, της ανεξαρτησίας της Καταλονίας(στην Μπαρτσελόνα έκλεισε την καριέρα του) αλλά και κατά των 'ανθρώπινων ζωολογικών κήπων΄΄ και του ρατσισμού. Περίφημος ήταν ο πόλεμος που άσκησε στον πρώην συμπαίκτη Λοράν Μπλαν, όταν ζήτησε από τις γαλλικές ακαδημίες ''να σταματήσουν να βγάζουν μόνο γρήγορους και δυνατούς μαύρους παίκτες''

     Ο ρατσισμός είναι ένα θέμα που ακόμα κλονίζει την ''Μαύρη Ήπειρο''. Επάνω σε αυτό έχουν σταθεί πλήθος μεγάλωνα Αφρικανών παικτών, που έλαμψαν στην Ευρώπη. Ο Σαμουέλ Ετό'ο, ο Τζεί Τζέι Οκότσα είναι δυο από τα χιλιάδες ονόματα της λίστας. Άλλοι εναντιώθηκαν ήπια, ενώ άλλοι πιο ενεργά. Όπως ο Μάρκο Ζόρο, που μετά τα ρατσιστικά σχόλια σε αγώνα του 2005 Μεσσίνα-Ίντερ, αυτός προσπάθησε να τον διακόψει, φεύγοντας από το γήπεδο. Και φυσικά ο μεγάλος Λούκας Ραντέμπε, για τον οποίο έχουμε αναλύσει παλαιότερα την προσφορά του. Κι αν το ποδόσφαιρο μοιάζει να εναντιώνεται στον ρατσισμό, εντούτοις υπάρχουν πολλά παραδείγματα ρατσιστικής συμπεριφοράς από φυσιογνωμίες του ποδοσφαίρου. Πολύ χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του εκλέκτορα της πρώτης καλής Ισπανίας το 2008, της πιθανόν πιο ακραίας ρατσιστικής χώρας. Ρωτήστε τον Ετό, τον Ρομπέρτο Κάρλος, τον Καμενί και όλους τους άλλους. Πρόκειται για τον Λουίς Αραγονιές, ο οποίος καλούσε τον Χοσέ Ρέγιες να ''διαλύσει τον αράπη τον Ανρί'', σε προπόνηση της ομάδας. Βέβαια η UEFA, κάνει προσπάθειες να εκλείψει το φαινόμενο, χρειάζεται όμως κι άλλη προσπάθεια.




Τα λιγότερα γνωστά περιστατικά και το πέρασμα στην ''άλλη όχθη''

     Υπάρχουν τέλος πολλές περιπτώσεις ποδοσφαιριστών οι οποίοι είχαν πολιτική κρίση, την οποία όμως δεν γνώρισε ποτέ ιδιαίτερα ο κόσμος. Αυτό οφείλεται είτε σε δική τους επιλογή, ώστε να μη χρωματιστούν, είτε λόγω λάθος προβολής από τα μέσα είτα ακόμα λόγω συγκυριών.
   
      Το όνομα Χάβι Πόβες, λόγου χάρη σε ελάχιστους θυμίζει κάτι. Κι όμως αποτελεί μια άκρως πολιτικοποιημένη φιγούρα ποδοσφαιριστή. Αρκεί μόνο το γεγονός που έβαλε τέλος στην καριέρα του σε ηλικία 25 χρονών, επειδή θεωρούσε πως ''το ποδόσφαιρο είναι ο καπιταλισμός, είναι νεκρό'' . Αγωνιζόταν στην Primera Division με την Σπόρτινγκ Χιχόν τότε, το 2011, αλλά δε δίστασε να κάνει κάτι τόσο εντυπωσιακό. Αντίθετα γνωστός είναι ο Τζόυ Μπάρτον, κυρίως για τον εκρηκτικό χαρακτήρα του μέσα στο γήπεδο. Πίσω όμως από το σκληροτράχηλο πρόσωπό του, κρύβεται ο προστάτης του φιλανθρωπικού ιδρύματος Tamsin Gulvin. Αλλά κι ο αυστηρός κριτής, τον ποπ ειδώλων της υποκουλτούρας, όπως του Τζάστιν Μπίμπερ. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τον καβγατζή Κρεγκ Μπέλαμυ, o οποίος διατηρεί ίδρυμα στη Σιέρα Λεόνε, την κυβέρνηση της οποίας έχει ενισχύσει χρηματικά το 2007. Δυο ακόμα Άγγλοι, έχουν έντονη εξωαγωνιστική δραστηριότητα. Είναι οι ''Διόσκουροι'' της Τσέλσι, Φρανκ Λάμπαρντ και Τζον Τέρυ. Ο πρώτος είναι δηλωμένος υποστηρικτής του κεντροδεξιού κόμματος του Κάμερον, ενώ το 2001, μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους, υπάρχουν μαρτυρίες να χλευάζει σε μπαρ αμερικανούς τουρίστες. Ο δεύτερος αποτελεί ακόμα πιο ακραίο παράδειγμα. Έχει κατηγορηθεί για πολλά πράγματα με αποκορύφωμα τα ρατσιστικά του σχόλια αλλά και αρκετές ακραίες αντιλήψεις του. Ένας άλλος Βρετανός, ο Κρις Χάτον, είχε επωμιστεί τον χαρακτηρισμό του Τροτσκιστή εξαιτίας κάποιων άρθρων που είχε γράψει, κάτι που εν τέλει αρνήθηκε παρά το περιεχόμενο των κειμένων του.
     


        Αρκετοί ποδοσφαιριστές χαρακτηρίστηκαν ως ακροδεξιοί λόγω κάποιας δήλωσής τους, χωρίς να πάρει τεράστια έκταση το θέμα. Οι Τζέιμι Κάραχερ και Αλμπέρτο Ακουΐλάνι, αμφότεροι δήλωσαν πως στις χώρες τους παίζουν αρκετοί ξένοι, κάτι που τους δυσαρεστεί. Αλλά κι ο Χρίστο Στόιτσκοφ, όταν ρωτήθηκε αν φοβηθεί το μαρκάρισμα του Μαρσέλ Ντεσαϊγί, αποκρίθηκε πως ΄΄πάντα υπερτερεί των μαύρων''. Από μεριάς του, ο Γουεϊν Μπράουν, δε φοβήθηκε να δηλώσει υποστηρικτής του αγγλικού ακροδεξιού κόμματος(BNP).  Όπως και το αντίπαλο δέος του Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, ο Σίνισα Μιχάιλοβιτς, υπήρξε φανατικός Σέρβος τοπικιστής. Δεν το παρουσίασε έμπρακτα σαν τον Κροάτη, ωστόσο είχε δείξει τον θαυμασμό του για τον Αρκάν, τον ακροδεξιό ηγέτη των χούλιγκαν του Ερυθρού Αστέρα. Ολοκληρώνοντας, ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση του Τζιανλουίτζι Μπουφόν. Ο Ιταλός κίπερ, έχει κατηγορηθεί πολλάκις στο παρελθόν ως φασίστας, χωρίς βέβαια το θέμα να πάρει τεράστιες εκτάσεις. Όλα ξεκίνησαν από την εποχή που αγωνιζόταν στην Πάρμα. Εκεί ο νεαρός Τζίτζι είχε επιλέξει τον αριθμό 88 στη φανέλα. Ένας αριθμός αθώος εκ πρώτης όψεως, ο οποίος όμως αποτελεί κωδικός των νεο-Ναζί,καθώς παραπέμπει στο Heil Hitler. Ο Μπουφόν αρνήθηκε τις κατηγορίες κι άλλαξε γρήγορα τον αριθμό του με το 77. Ωστόσο, υπάρχουν μαρτυρίες πως έχει εθεαθεί στην πόλη του Τορίνο με t-shirts με το πρόσωπο του Μουσολίνι και με αντίστοιχα φασιστικά συνθήματα.

        Κι αν παίκτες όπως ο Μπουφόν φοβήθηκαν να εκφράσουν την πολιτική τους άποψη, υπήρχαν πολλοί που όχι μόνο το έπραξαν, αλλά επέλεξαν και την καριέρα του πολιτικού στη συνέχεια. Ήδη κάναμε την αναφορά στον Γουεά. Εκτός όμως από τον Λιβεριανό υπάρχουν κι άλλα παραδείγματα.  Στη Βραζιλία όπου υπάρχει ολόκληρο Υπουργείο Αθλητισμού, έχουμε δει στη διοίκησή του παίκτες όπως ο Πελέ κι ο Ζίκο. Πλήθος είναι και οι ποδοσφαιριστές-βουλευτές με χαρακτηριστικότερους τους Όλεγκ Μπλαχίν, Τζιάνι Ριβέρα, Άλμπερτ Γκουόμουντσον και το πρόσφατο δικό μας παράδείγμα του Γιώργου Ανατολάκη. Μερικοί από αυτούς δεν αρκέστηκαν απλά στη θέση ενός βουλευτή καθώς έφτασαν μέχρι την ηγεσία της χώρας τους, ξεπερνώντας σημαντικούς αντιπάλους.
 Αυτοί είναι ο Αλγερινός Πρωθυπουργός και Πρόεδρος της  Χώρας  Αχμέντ Μπεν Μπαλά το διάστημα 1962-65 ο αλλά κι ο τωρινός πρωθυπουργός Λέο     Γιόχανσεν των Νήσων Φαρόε. Αναρίθμητο είναι βέβαια και το πλήθος των ποδοσφαιριστών που ασχολήθηκαν με την τοπική αυτοδιοίκηση.                                    








Σωφρονισμός και δημοκρατία



        Το τελευταίο παράδειγμα σε τοπικό πρωτάθλημα, με τον αθλητή
Σπύρο Σουγλέρη να μιμείται τον Κατίδη, ειρωνικά σύμφωνα με τα λεγόμενά του, δείχνουν τη σοβαρότητα της κατάστασης. Μιας κατάστασης που είναι στο όρια να ξεφύγει και με τις κατάλληλες ενέργειες μπορεί να αποφευχθεί.
       Όπως είδαμε λοιπόν παρά τα στερεότυπα για ανίδεους κι αμόρφωτους ποδοσφαιριστές, μπορούμε να εντοπίσουμε πλήθος αυτών που να ήταν συνειδητοποιημένοι και με πολιτική κρίση. Είναι σημαντικό, γιατί όπως προαναφέραμε αποτελούν άτομα που επηρεάζουν την κοινή γνώμη. Παρόλα αυτά, σε περίπτωση στιγμιαίων ''λαθών'', όπως στην περίπτωση Κατίδη, θα πρέπει να έχουμε μια διαφορετική στάση. Ειδικά όταν γνωρίζουμε την προϊστορία και τα προβλήματα του παίκτη. Ο Κατίδης το τελευταίο χρόνο δείχνει εμφανώς τη διάθεση του να πρωταγωνιστεί, είτε ποδοσφαιρικά είτε κυρίως εξωαγωνιστικά . Πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια και θέλει όσο τίποτα να σβήσει το παρελθόν και να γίνει ένας σταρ του ποδοσφαίρου δίνοντας χαρά στον εαυτό του και την οικογένειά του. Ο τελευταίος τρόπος που επέλεξε ήταν σίγουρα άστοχος και σίγουρα δεν ήταν αποτέλεσμα της ιδεολογίας του. Ωστόσο, η λάθος σκέψη του πρέπει να τιμωρηθεί, ειδικά όταν υπάρχουν όλοι αυτοί οι συνάδελφοί του που είχαν ανώτερη σκέψη. Η τιμωρία πρέπει να είναι παραδειγματική αλλά και σωφρονιστική και να μην αποσκοπεί στην καρατόμησή του. Αυτή είναι η εύκολη λύση. Ο 20χρονος μέσος είχε δείξει από πριν τα δείγματα της ''τρέλας'' του. Κανείς όμως δεν κινήθηκε να τον βοηθήσει τότε. Τώρα είναι αργά, υπάρχει επιστροφή όμως. Όλοι διακαιούνται μια 2η ευκαιρία. Δεύτερη όμως, όχι τρίτη και τέταρτη. Μετά είναι αναγκαία η αλλαγή στάσης. Και προς Θεού, η ομάδα του δεν έχει καμία σχέση κι οποιαδήποτε τιμωρία της θα είναι το λιγότερο άστοχη
          Ας μην κρυβόμαστε λοιπόν άλλο πίσω από το δάχτυλό μας. Μια τέτοια κίνηση σε μια έκρυθμη πολιτική κατάσταση όπως αυτή της Ελλάδος, χρειάζεται προσοχής. Όχι όμως σε υπερβολικό βαθμό όπως έγινε. Το θέμα δεν είναι η κίνηση, αλλά αυτό που κρύβει από πίσω, την απλούστευση μιας ενέργειας που παραπέμπει σε μια πολιτικοκοινωνική κατάσταση που κανείς δεν θα ήθελε να ζήσει. Κι ας μην θεωρείται παράνομη από το Σύνταγμα η ύπαρξη ενός συνδέσμου-κόμματος που την υποσκάπτει. Αυτή άλλωστε είναι η μαγεία της Δημοκρατίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου